Το ιατρείο μας διαθέτει τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμό χάρη στον οποίο είναι δυνατή η εκτέλεση πλήθους διαγνωστικών εξετάσεων με κορυφαία ακρίβεια και αξιοπιστία.
H OCT - Αγγειογραφία (OCT-A) είναι μία καινούρια μέθοδος απεικόνισης της κυκλοφορίας στο αγγειακό δίκτυο του αμφιβληστροειδή και των χοριοειδοτριχοειδών. Γίνεται απεικόνιση των κινούμενων ερυθρών αιμοσφαιρίων στον αγγειακό αυλό με αντανάκλαση φωτός laser. Με τον τρόπο αυτό δεν είναι απαραίτητη η χρήση σκιαγραφικής ουσίας ενδοφλέβια. Η OCT-Αγγειογραφία είναι μία μη επεμβατική μέθοδος, σε αντίθεση με την αγγειογραφία με φλουοροσκεϊνη (Φλουοροαγγειογραφία) ή την αγγειογραφία με πράσινο ινδοκυανίνης (ICG), οι οποίες απαιτούν την ενδοφλέβια έγχυση χρωστικής . Το γεγονός αυτό την καθιστά πιο ασφαλή, καθώς η ενδοφλέβια χρήση χρωστικής μπορεί να έχει συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες (ναυτία, χρώση δέρματος και ούρων, αλλεργική αντίδραση, αναφυλακτικό σοκ). Είναι επίσης πιο γρήγορη σε σύγκριση με τις άλλες μεθόδους, Η OCT-Αγγειογραφία έχει χρήση σε μία πληθώρα παθήσεων, όπως είναι η ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και ωχροπάθεια, οι αγγειακές (αρτηριακές ή φλεβικές ) αποφράξεις, η χοριοειδική νεοαγγείωση σε έδαφος παθήσεων εκτός της ηλικιακής εκφύλισης ωχράς κηλίδας (υψηλή μυωπία, αγγειοειδείς ταινίες, κεντρική ορώδης χοριοειδοαμφιβήστροειδοπάθεια, φλεγμονές κ.ά.). Η OCT–αγγειογραφία (χωρίς σκιαγραφικό) παρουσιάζει πολλά σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την κλασική φλουοραγγειογραφία: - Είναι ΜΗ ΕΠΕΜΒΑΤΙΚΗ εξέταση, ασφαλής, άνετη και ακίνδυνη για τον εξεταζόμενο. - Γίνεται να εφαρμοστεί σε άτομα με αλλεργία στις σκιαγραφικές ουσίες. - Μπορεί να εφαρμοστεί σε ασθενείς με διαταραχές της νεφρικής λειτουργίας ή καρδιαγγειακά νοσήματα. - Δεν απαιτεί παρουσία αναισθησιολόγου. - Δεν απαιτεί μυδρίαση. - Δεν υπάρχουν ανεπιθύμητες ενέργειες. - Δεν επηρεάζεται από τη θόλωση του φακού και συνεπώς μπορεί να εφαρμοστεί σε άτομα με καταρράκτη.
H φασματική οπτική τομογραφία συνοχής (Spectral Domain Optical Coherence Tomography: S-OCT) αποτελεί την νεότερη μέθοδο απεικόνισης της ωχράς κηλίδας και του οπτικού νεύρου. Πρόκειται για μια εξέταση αιχμής με την οποία πραγματοποιείται λεπτομερέστατη χαρτογράφηση των οπίσθιων δομών του οφθαλμού. Διαθέτει πολύ μεγάλο εύρος εφαρμογών στην οφθαλμολογία και συνεχώς εξελίσσεται. Με την εξέταση OCT επιτυγχάνεται σε αληθινό χρόνο μια πλήρης τομογραφική εκτίμηση (οπτική βιοψία), τόσο της δομής όσο και της παθολογίας της πάσχουσας περιοχής (είναι δυνατόν να διαγνωστούν περιπτώσεις διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας, οπής ωχράς, κεντρικής ορώδους χοριοειδοαμφιβληστροειδοπάθειας, κυστεοειδούς οιδήματος της ωχράς, γλαυκώματος κτλ). Η διαγνωστική τεχνική OCT πραγματοποιείται με σάρωση του σημείου που επιθυμούμε να ελέγξουμε με ένα ειδικό laser. Τα ευρήματα αναλύονται από το λογισμικό του μηχανήματος και δημιουργείται μια εικόνα που προβάλλεται στην οθόνη του. Η εικόνα αυτή αποτελεί τελικά μια οπτική τομή του σημείου που μας ενδιαφέρει, η οποία μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε με βεβαιότητα το είδος της βλάβης και να προσαρμόσουμε ανάλογα την θεραπευτική μας πρακτική. Σημειώνεται πως η μέθοδος, πέρα από την διαγνωστική της αξία, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στην παρακολούθηση της εξέλιξης οφθαλμικών παθήσεων (follow-up) για τυχόν αλλαγές στην θεραπευτική αγωγή. Τέλος, τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί και η οπτική τομογραφία συνοχής προσθίων μορίων με ευρεία εφαρμογή σε παθήσεις του προσθίου ημιμορίου του οφθαλμού.
Αφορά την έγχρωμη φωτογράφηση του οπισθίου τμήματος του οφθαλμού, που συμπεριλαμβάνει τον αμφιβληστροειδή, το οπτικό νεύρο, την ωχρά κηλίδα και τα αγγεία του οφθαλμού. Γίνεται με τη χρήση ειδικών ψηφιακών απεικονιστικών μηχανημάτων και φωτογραφικών μηχανών. Η έγχρωμη φωτογράφηση μας επιτρέπει την καταγραφή της παρούσας κατάστασης του οφθαλμού και τη σύγκριση με μελλοντικές εξετάσεις. Είναι πολύ χρήσιμη εξέταση σε έναν μεγάλο αριθμό παθήσεων, όπως η ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, η παρακολούθηση σπίλου χοριοειδούς κ.ά. Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται μυδριατικές σταγόνες οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν θόλωση στην όραση του ασθενούς για λίγες ώρες.
Η εξέταση της οπτικής περιμετρίας (οπτικά πεδία – visual fields), αναμφισβήτητα είναι η πλέον διαδεδομένη εξέταση της λειτουργικότητας του οπτικού νεύρου. Η τεχνολογία βασίζεται στην αναγνώριση ενός αριθμού φωτεινών ερεθισμάτων ποικίλων διαστάσεων, τα οποία προβάλλονται κατάλληλα από το διαγνωστικό σύστημα. Η εξέταση των οπτικών πεδίων είναι άμεσα συνδεδεμένη με την διάγνωση και παρακολούθηση του γλαυκώματος αλλά και στη διερεύνηση νευρολογικών παθήσεων καθώς και άλλων παθήσεων του οπτικού νεύρου και της ωχράς κηλίδας (ισχαιμικές οπτικές νευροπάθειες, αμφιβληστροειδοπάθειες από λήψη φαρμάκων κ.ά.). Η όλη διαδικασία είναι εντελώς ανώδυνη και διαρκεί περίπου 10 λεπτά. Δεν απαιτεί προετοιμασία του ασθενούς (π.χ. σταγόνες). Η εξέταση στην πραγματικότητα μελετά όχι τόσο την κεντρική όραση (δηλαδή πόσο καλά βλέπουμε) όσο την περιφερική όραση (δηλαδή πόσο καλά αντιλαμβανόμαστε τον περιβάλλοντα χώρο).
Η τοπογραφία κερατοειδούς (corneal topography) είναι μια ειδική εξέταση με την οποία μπορούμε να αποσπάσουμε χρήσιμες πληροφορίες (μέσα από μία σειρά έγχρωμων χαρτών) σχετικά με την καμπυλότητα του κερατοειδούς χιτώνα. Σε έναν τοπογραφικό χάρτη αναπαρίσταται χρωματικά η κατανομή της διαθλαστικής ισχύος στην κερατοειδική επιφάνεια (κέντρο και περιφέρεια). Η τοπογραφία κερατοειδούς είναι απαραίτητη στην εξέταση για κερατόκωνο (κωνικής μορφή κερατοειδής) καθώς και στον προεγχειρητικό έλεγχο ασθενούς που πρόκειται να υποβληθεί σε διαθλαστική επέμβαση. Ακόμη, στην διαθλαστική χειρουργική, η τοπογραφία κερατοειδούς είναι μια πρωταρχικής σημασίας εξέταση, όχι μόνο προεγχειρητικά αλλά και μετεγχειρητικά. Πολλές φορές η απόφαση για την διαθλαστική τεχνική που θα εφαρμοστεί, προκύπτει από την τοπογραφία κερατοειδούς.
Η παχυμετρία (pachymetry) του κερατοειδούς χιτώνα είναι μια ειδική εξέταση στην οποία μετράται το πάχος του κερατοειδή. Η σημασία της παχυμετρίας είναι ιδιαίτερα μεγάλη τόσο στην εκτίμηση του γλαυκώματος όσο και στην προεγχειρητική εξέταση των ασθενών που πρόκειται να υποβληθούν σε διαθλαστική επέμβαση με excimer laser. Πιο συγκεκριμένα, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι το κεντρικό πάχος του κερατοειδούς χιτώνα αποτελεί σημαντική παράμετρο για την ανάπτυξη του γλαυκώματος. Οφθαλμοί με λεπτό κερατοειδή χιτώνα βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης γλαυκώματος. Εξάλλου, η παχυμετρία κερατοειδούς σε συνδυασμό με τον βαθμό του διαθλαστικού σφάλματος που πρόκειται να διορθωθεί, είναι εκείνοι οι παράγοντες που θα καθορίσουν ουσιαστικά την τελική επιλογή της διαθλαστικής τεχνικής που θα ακολουθηθεί κατά την επέμβαση.
Η βιομετρία αποτελεί μια βασική και απαραίτητη εξέταση που πρέπει πάντοτε να πραγματοποιείται σχολαστικά πριν από επέμβαση καταρράκτη. Με την βιομετρία προκαθορίζουμε την ισχύ του φακού που θα τοποθετήσουμε (ενδοφθάλμιος φακός – ενδοφακός) στον οφθαλμό, στην διάρκεια της διαδικασίας της φακοθρυψίας, ώστε να έχουμε το επιθυμητό διαθλαστικό αποτέλεσμα, με άλλα λόγια μια απρόσκοπτη όραση, αρμονική με το άλλο μάτι. Η συνεχής βελτίωση των ενδοφακών (πολυεστιακοί, αστιγματικοί κτλ.) απαιτεί υπολογισμούς απόλυτης ακρίβειας. Αυτό οδηγεί τα μηχανήματα βιομετρίας σε συνεχείς βελτιώσεις.
Το οφθαλμικό υπερηχογράφημα χρησιμοποιεί ακουστικά κύματα υψηλής συχνότητας (υπερήχους) για να απεικονίσει τους ιστούς μέσα και γύρω από το μάτι. Η παραγόμενη εικόνα στον κλασσικό οφθαλμικό υπέρηχο είναι δισδιάστατη και ασπρόμαυρη. Είναι μια εξέταση ανώδυνη και μη επεμβατική η οποία διαρκεί λιγότερο από πέντε λεπτά. Η υπερηχογραφία παράγει υπερήχους μέσω ενός μικρού στειλεού. Ο στειλεός τοποθετείται στη επιφάνεια των βλεφάρων με τα μάτια κλειστά. Το μόνο που αισθάνεται ο ασθενής είναι το gel που χρησιμοποιείται για να ακουμπήσει ο στειλεός στην επιφάνεια των βλεφάρων. Στη συνέχεια συλλέγονται οι ανακλώμενοι υπέρηχοι, επεξεργάζονται και δημιουργούν την εικόνα της εξεταζόμενης περιοχής. Ο υπέρηχος χρησιμοποιείται επικουρικά στην οφθαλμολογική εξέταση, συνήθως για να ελεγχθούν οι ιστοί στο εσωτερικό του ματιού όταν δεν είναι δυνατή η βυθοσκόπηση όπως στην αιμορραγία του υαλοειδούς ή σε πολύ πυκνό καταρράκτη. Άλλες εφαρμογές του οφθαλμικού υπερήχου είναι: • Η διάγνωση και παρακολούθηση ενδοφθάλμιων μορφωμάτων-όγκων • Η μελέτη των ανωμαλιών του οπτικού νεύρου (οίδημα, Drusen) • Ο εντοπισμός ξένων σωμάτων ή παρεκτοπισμένου φακού • Η μελέτη των ενδοφθάλμιων φλεγμονών κ.ά.