1. ΕΠΙΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΙΚΗ ΜΕΜΒΡΑΝΗ
Σε μερικούς ανθρώπους, συνήθως μετά την ηλικία των 50 ετών, μπορεί να αναπτυχθεί μια μεμβράνη σαν ζελατίνη, η οποία επικάθεται πάνω στην ωχρά κηλίδα και ονομάζεται ιδιοπαθής επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη. Αν και αρχικά δεν προκαλεί συμπτώματα, με την πάροδο του χρόνου, η μεμβράνη αυτή σταδιακά συρρικνώνεται και επηρεάζει την μικροσκοπική αρχιτεκτονική της επιφάνειας της ωχράς. Έτσι, η όραση βαθμιαία επιδεινώνεται ενώ ταυτόχρονα τα αντικείμενα εμφανίζονται παραμορφωμένα και οι ευθείες γραμμές παρουσιάζονται κυματιστές.
Μεμβράνες μπορούν επίσης να αναπτυχθούν και σε οφθαλμούς που παρουσιάζουν ρωγμές του αμφιβληστροειδούς ή σε οφθαλμούς που έχουν προσβληθεί από αγγειακές παθήσεις, ενδοφθάλμιες φλεγμονές ή τραύματα. Η διάγνωση γίνεται κυρίως με βυθοσκόπηση από εξειδικευμένους οφθαλμιάτρους. Τελευταία, έχει αναπτυχθεί ειδική τεχνολογία, η εξέταση OCT (βλ. οπτική τομογραφία συνοχής), η οποία με ακρίβεια καταγράφει τις αλλοιώσεις που επιφέρει η μεμβράνη στην υποκείμενη ωχρά κηλίδα. Η θεραπεία της επιαμφιβληστροειδικής μεμβράνης είναι χειρουργική. Ενδείξεις για χειρουργική αντιμετώπιση της μεμβράνης αποτελούν οι παρακάτω περιπτώσεις:
- Μείωση της όρασης εξαιτίας της επιαμφιβληστροειδικής μεμβράνης σε επίπεδο 7/10 ή λιγότερο.
- Ανάπτυξη παραμορφωμένης όρασης σε επίπεδο που να εμποδίζει πρακτικά τη ζωή του ασθενούς.
2. ΟΠΗ ΩΧΡΑΣ ΚΗΛΙΔΑΣ
Το υαλοειδές φυσιολογικά είναι κολλημένο στον αμφιβληστροειδή, ωστόσο καθώς μεγαλώνουμε συσπάται, έλκει την επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς και μερικές φορές προκαλεί μία ρωγμή στην ωχρά κηλίδα, που ονομάζεται οπή ωχράς. Σπανιότερα, οπή ωχράς κηλίδας μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα με υψηλή μυωπία, μετά από τραύμα ή σε ασθενείς με χρόνιες οφθαλμικές παθήσεις, όπως η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Η οπή ωχράς κηλίδας εμφανίζεται περισσότερο σε άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών. Περίπου 70% των ατόμων αυτών είναι γυναίκες. Η οπή ωχράς κηλίδας θεραπεύεται με χειρουργική επέμβαση η οποία ονομάζεται υαλοειδεκτομή (ή βιτρεκτομή). Η εγχείρηση δεν είναι επώδυνη και συνήθως εκτελείται υπό τοπική αναισθησία.
3. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΟΡΩΔΗΣ ΧΟΡΙΟΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΟΠΑΘΕΙΑ
Η Κεντρική Ορώδης Χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια (Central Serous Chorioretinopathy) είναι μια πάθηση της ωχράς κηλίδας (κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδή, υπεύθυνη για την ευκρινή όραση). Η νόσος εμφανίζεται πιο συχνά σε άντρες και κυρίως σε ηλικίες από 22 έως 50 ετών. Η ακριβής αιτία που προκαλεί την πάθηση δεν είναι απόλυτα διευκρινισμένη. Οφείλεται σε ρήξεις των συνδέσμων μεταξύ των κυττάρων του μελάγχρου επιθηλίου (στρώμα του αμφιβληστροειδούς).
4.ΑΠΟΦΡΑΞΗ ΑΡΤΗΡΙΑΣ ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΟΥΣ
Η απόφραξη αρτηρίας του αμφιβληστροειδούς είναι η διακοπή της ροής του αίματος στην κεντρική αρτηρία του αμφιβληστροειδούς ή σε κλάδο αυτής. Ο αμφιβληστροειδής χρειάζεται μια σταθερή παροχή αίματος για να παρέχει στα κύτταρα επαρκές οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά. Ωστόσο, είναι πιθανό κάποιο από τα αγγεία που μεταφέρει αίμα προς τον αμφιβληστροειδή να αποφραχθεί.Η απόφραξη αρτηρίας του αμφιβληστροειδούς φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο τους άνδρες σε σύγκριση με τις γυναίκες.
Αίτια απόφραξης αρτηρίας του αμφιβληστροειδούς μπορεί να αποτελούν η θρόμβωση, η παρουσία κάποιου εμβόλου (συνήθως από την καρδιά), η φλεγμονή ή ο τραυματισμός. Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου είναι:
- Διαβήτης
- Υψηλή αρτηρική πίεση
- Υπερλιπιδαιμία
- Αλλοιώσεις στις βαλβίδες της καρδιάς
Τα συμπτώματα της απόφραξης αρτηρίας αμφιβληστροειδούς περιλαμβάνουν αιφνίδια θόλωση ή απώλεια της όρασης η οποία μπορεί να αφορά σε όλο τον οφθαλμό (αν πρόκειται για απόφραξη κεντρικής αρτηρίας) ή σε μέρος του οφθαλμού (αν πρόκειται για απόφραξη κλάδου κεντρικής αρτηρίας) και να συνοδεύεται από απώλεια κεντρικής όρασης (σε απόφραξη κλάδου κεντρικής αρτηρίας). Η θεραπεία δυστυχώς είναι δύσκολη και συχνά αναποτελεσματική. Η θεραπεία απόφραξης αρτηρίας αμφιβληστροειδούς πρέπει να είναι άμεση (μέσα στις πρώτες 2-3 ώρες). Η εισπνοή αέρα πλούσιου σε CO2 μπορεί να βοηθήσει τα αγγεία να διασταλούν και να επιτρέψει περισσότερη εισροή αίματος. Επίσης, ο οφθαλμίατρος μπορεί μέσω παρακέντησης να αφαιρέσει υδατοειδές υγρό από τον πρόσθιο θάλαμο, προκειμένου να μειώσει την ενδοφθάλμια πίεση και να απομακρύνει το έμβολο από την περιοχή της απόφραξης. Τέλος, η έγχυση αντιθρομβωτικού φαρμάκου μπορεί να βοηθήσει στην θεραπεία της απόφραξης.
5. ΘΡΟΜΒΩΣΗ ΦΛΕΒΑΣ ΑΜΦΙΒΛΗΣΤΡΟΕΙΔΟΥΣ
Θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς είναι η θρόμβωση των φλεβών που απάγουν το αίμα από τον αμφιβληστροειδή. Η θρόμβωση μπορεί να αφορά την κεντρική φλέβα του αμφιβληστροειδούς ή κλάδο αυτής. Η θρόμβωση κλάδου φλέβας αμφιβληστροειδούς είναι 2-3 φορές πιο συχνή από την θρόμβωση της κεντρικής φλέβας αμφιβληστροειδούς. Το πιο συχνό αίτιο θρόμβωσης φλέβας αμφιβληστροειδούς είναι η σκλήρυνση των αρτηριών (αθηροσκλήρωση) και ο σχηματισμός θρόμβου.
Η θρόμβωση συνήθως συμβαίνει στα σημεία διασταύρωσης αρτηρίας με φλέβα, όπου η παχυσμένη από αθηροσκλήρωση αρτηρία πιέζει την φλέβα που βρίσκεται από κάτω της. Οι ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με απόφραξη φλέβας στον ένα οφθαλμό έχουν αυξημένο κίνδυνο (9-15%) να εμφανίσουν την ίδια επιπλοκή στον ίδιο ή τον άλλο οφθαλμό στη διάρκεια των επόμενων 5 ετών. Οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου για θρόμβωση φλέβας αμφιβληστροειδούς είναι:
- Αρρύθμιστη υπέρταση
- Υπερλιπιδαιμία
- Σακχαρώδης διαβήτης
- Κάπνισμα
- Θρομβοφιλία, αυτοάνοσοι νόσοι
- Άλλοι τοπικοί παράγοντες: γλαύκωμα κ.ά.
Τα συμπτώματα της θρόμβωσης φλέβας αμφιβληστροειδούς περιλαμβάνουν αιφνίδια, ανώδυνη απώλεια όρασης ή τμήματος του οπτικού πεδίου του οφθαλμού.
Η θεραπεία συνίσταται σε:
- Ενδοφθάλμιες ενέσεις (βλ. ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις)
- Laser (βλ. Argon laser)
- Ενδοφθάλμιο εμφύτευμα κορτιζόνης
- Αντιμετώπιση των συστηματικών παραγόντων κινδύνου